Η πυελοπλαστική ονομάζεται η χειρουργική επέμβαση που εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση της στένωσης της πυελοουρητηρικής συμβολής.
Η στένωση της πυελο-ουρητηρικής συμβολής είναι μια σχετικά συχνή ανωμαλία του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος, που χαρακτηρίζεται από αδυναμία προώθησης των ούρων από τη νεφρική πύελο προς την αρχική μοίρα του ουρητήρα. Συνήθως υφίσταται εκ γενετής , ωστόσο μπορεί να προκύψει και αργότερα στη ζωή
Η διόρθωση της στένωσης της πυελοουρητηρικής συμβολή γίνεται χειρουργικά, με ανοικτή, λαπαροσκοπική ή ρομποτική μέθοδο. Η στενή περιοχή διανοίγεται και εκτελείται πλαστική αποκατάσταση διεύρυνσης αυτής με επανασυρραφή. Συνήθως χρησιμοποιείται μία τουλάχιστον μορφή αποσυμφόρησης της χειρουργημένης περιοχής από ούρα, είτε με τη μορφή ενός stent, είτε με ένα σωλήνα διαδερμικής νεφροστομίας, ενίοτε μάλιστα και με τα δύο ταυτόχρονα. Οι ελάχιστα επεμβαστικές τεχνικές (λαπαροσκοπική, ρομποτική) θεωρητικά παρέχουν ένα πλεονέκτημα έναντι της ανοικτής μεθόδου ως προς την ανάκαμψη από το χειρουργείο και το λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο.
Οι ενδείξεις για την εκτέλεση λαπαροσκοπικής πυελοπλαστικής:
Ασυμπτωματικοί ασθενείς μπορούν να παρακολουθούνται από τον Ουρολόγο και σε περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων ή επιπλοκών να χειρουργηθούν σε δεύτερο χρόνο.