Ρομποτική & Λαπαροσκοπική Χειρουργική
Σύγχρονη Ενδοουρολογία

Καρκίνος Ουροδόχου Κύστης

Ο καρκίνος τη ουροδόχου κύστης είναι μία νόσος με ευρύ φάσμα και με διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης ανάλογα με το στάδιο και την επιθετικότητα της νόσου. Σχετίζεται με το κάπνισμα και την ενασχόληση με αρωματικούς υδρογονάνδθρακες (π.χ. ελαιοχρωματιστές, περιβάλλοντα με βενζίνη). Στις περισσότερες περιπτώσεις θα προκαλέσει ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα, την αιματουρία.

Άπαξ και διαπιστωθεί ένας όγκος στην ουροδόχο κύστη, εφαρμόζεται μία δειγματοληπτική επέμβαση μέσω της ουρήθρας όπου λαμβάνονται βιοψίες του όγκου μέχρι τη βάση του. Η επέμβαση αυτή στοχεύει στο να διαπιστώσει κανείς εάν ο όγκος έχει ρίζες μέσα στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης και πόσο βαθιά φτάνουν αυτές. Ανάλογα με το βάθος της διήθησης η επέμβαση αυτή μπορεί να είναι μέχρι και θεραπευτική στους πιο επιφανειακούς όγκους.

Σε κάθε περίπτωση συστήνεται ένα πρωτόκολλο παρακολούθησης με τακτικές κυστεοσκοπήσεις μετά την επέμβαση αυτή, καθώς οι όγκοι τείνουν να ξαναβγαίνουν, στο ίδιο ή σε άλλα σημεία της κύστης. Ενίοτε απαιτούνται συμπληρωματικές εγχύσεις φαρμάκων μέσα στην ουροδόχο κύστη στα πλαίσια του θεραπευτικού πρωτοκόλλου. Εάν ο όγκος έχει μεγαλύτερο βάθος τότε συστήνονται πιο επιθετικές θεραπευτικές παρεμβάσεις για τις οποίες θα γίνει εκτενής συζήτηση με τον ιατρό σας.

Μέθοδος Αντιμετώπισης

 

Ριζική Κυστεκτομή

Η ριζική κυστεκτομή θεωρείται μία από τις πιο απαιτητικές ουρολογικές επεμβάσεις. Μπορεί να πραγματοποιηθεί με ανοικτή ή λαπαροσκοπική προσέγγιση. Παρά την υψηλότερη τεχνική πρόκληση της λαπαροσκοπικής κυστεκτομής σε σύγκριση με την ανοικτή χειρουργική επέμβαση, η λαπαροσκοπική προσέγγιση σχετίζεται με λιγότερη περιεγχειρητική νοσηρότητα και ταχύτερη ανάρρωση. Η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει την πλήρη αφαίρεση της ουροδόχου κύστης μαζί με λιπώδη ιστό γύρω από την ουροδόχο κύστη και τους λεμφαδένες. Επιπλέον, ο προστάτης και οι σπερματοδόχοι κύστεις αφαιρούνται σε άνδρες ασθενείς, ενώ η μήτρα, οι σάλπιγγες, οι ωοθήκες καθώς και το πρόσθιο κολπικό τοίχωμα αφαιρούνται στις γυναίκες ασθενείς. Μια κατάλληλη επέμβαση για την αποκατάσταση του ουροποιητικού συστήματος εκτελείται ταυτόχρονα. Υπάρχουν πολλές διαφορετικές τεχνικές για την αποκατάσταση του ουροποιητικού συστήματος. Αυτές οι τεχνικές εξαρτώνται από το στάδιο της νόσου και μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε εγκρατείς και μη εγκρατείς εκτροπές ούρων. Στην εγκρατή εκτροπή του ουροποιητικού, ένα τμήμα εντέρου χρησιμοποιείται για να σχηματίσει μία νεοκύστη που ενώνεται με την ουρήθρα. Αυτό παρέχει στον ασθενή την αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας της ούρησης στις περισσότερες περιπτώσεις. Σε περίπτωση μη εγκρατούς εκτροπής ούρων, οι ουρητήρες είτε ενώνονται απευθείας με το δέρμα είτε με τη χρήση τμήματος λεπτού εντέρου. Σε αυτή την περίπτωση τα ούρα πηγαίνουν συνεχώς στο σακουλάκι ουροστομίας που συνδέεται στο κοιλιακό τοίχωμα στη μία πλευρά ή και στις δύο πλευρές.

 

Διουρηθρική εκτομή όγκου κύστης

Οι επιφανειακοί όγκοι της ουροδόχου κύστης αντιμετωπίζονται με διουρηθρική εκτομή. Ανάλογα με το στάδιο και την επιθετικότητα της νόσου, το ποσοστό υποτροπής φθάνει έως και 80% μετά την αρχική θεραπεία. Η περιοδική επαναληπτική κυστεοσκόπηση (με καυτηριασμό σε περίπτωση υποτροπής) είναι συχνά επαρκής σε χαμηλού βαθμού όγκους. Εναλλακτικά μέσα, όπως επαναλαμβανόμενες εγχύσεις χημειοθεραπευτικών παραγόντων στην ουροδόχο κύστη, είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση όγκων ενδιάμεσου βαθμού. Οι εγχύσεις μειώνουν σημαντικά τα ποσοστά υποτροπής και τη συχνότητα εμφάνισης της εξέλιξης του όγκου σε πιο επιθετικό νεόπλασμα. Σε περίπτωση όγκων που εκτείνονται στο μυϊκό στρώμα ή σε όλο το τοίχωμα της ουροδόχου κύστης, η διουρηθρική εκτομή δεν είναι επαρκής.

Αυτοί οι ασθενείς είναι υποψήφιοι για ριζική κυστεκτομή (αφαίρεση της ουροδόχου κύστης με ταυτόχρονη αφαίρεση των περιφερειακών λεμφαδένων) εάν δεν υπάρχουν ενδείξεις μακρινής μετάστασης. Συστηματική χημειοθεραπεία και συμπληρωματική τοπική ακτινοθεραπεία σε συνδυασμό με ριζική κυστεκτομή υποδεικνύονται σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο ή σε ασθενείς που δεν είναι κατάλληλοι ή δεν επιθυμούν να υποβληθούν στη ριζική αυτή επέμβαση.

 

Μέθοδος  Διάγνωσης